Ἀρραβαίου

Ἀρραβαίου
Ἀρραβαί̱ου , Ἀρραβαῖος
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Ευρυδίκη — I Μυθολογικό πρόσωπο. Μία από τις Δρυάδες νύμφες ή κόρη του Απόλλωνα, σύζυγος του κιθαρωδού Ορφέα. Η Ε. πέθανε από δάγκωμα φιδιού, αλλά ο απαρηγόρητος σύζυγός της κατόρθωσε με το τραγούδι του να συγκινήσει τον Πλούτωνα και την Περσεφόνη, οι… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”